Τρίπολη, 19/08/2013
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ Π.Ο.Π.
Κε
Πρόεδρε του Περιφερειακού Συμβουλίου Πελοποννήσου,
Η
Κορινθιακή Σταφίδα που παράγεται στην Κορινθία, αδίκως, δεν έχει αποκτήσει την
αναγνώριση προϊόντος Π.Ο.Π. (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης) ή Π.Γ.Ε.
(Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης) σε αντίθεση με άλλες περιοχές της χώρας
μας:
Ειδικότερα: σύμφωνα
με πρόσφατη γραπτή ενημέρωση (16.07.2013) του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης
και Τροφίμων υπάρχουν δύο τύποι Κορινθιακής σταφίδας που έχουν αναγνωρισθεί ως
προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και ένας ως
Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ):
1. η Κορινθιακή σταφίδα
που παράγεται στην περιοχή της Αιγιαλείας του Νομού Αχαΐας με την ονομασία «ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΣΤΑΦΙΔΑ ΒΟΣΤΙΤΣΑ»
2. η Κορινθιακή σταφίδα
που παράγεται στο Νομό Ζακύνθου, με την επωνυμία «ΣΤΑΦΙΔΑ ΖΑΚΥΝΘΟΥ»
3. η Κορινθιακή σταφίδα
που παράγεται στο Νομό Ηλείας έχει αναγνωριστεί ως προϊόν Προστατευόμενης
Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ) με την ονομασία «ΣΤΑΦΙΔΑ ΗΛΕΙΑΣ»
Επίσης,
σε διαδικασία καταχώρησης βρίσκεται η ονομασία «ΣΤΑΦΙΔΑ
ΣΟΥΛΤΑΝΙΝΑ ΚΡΗΤΗΣ». στο Κοινοτικό
Μητρώο Προιόντων Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ).
Κε
Πρόεδρε.
Το
θέμα, της αναγνώρισης ως ΠΟΠ της Κορινθιακής σταφίδας, που παράγεται στην
Κορινθία, έχει αυτονόητα, ζωτική οικονομική (και όχι μόνο), σημασία, για τους
αγρότες και την ευρύτερη κοινωνία της Κορινθίας.
Ζητάμε,
να εισέλθει το θέμα εντός Ημερήσιας Διάταξης, στην ερχόμενη συνεδρίαση του
Περιφερειακού Συμβουλίου Πελοποννήσου και να κληθούν, όλοι οι Φορείς να
καταθέσουν σχετικές προτάσεις, για την υλοποίησή του.
Επιπρόσθετα
ζητάμε, το θέμα, εμπεριστατωμένα να τεθεί στον αρμόδιο Υπουργό Αγροτικής
Ανάπτυξης και Τροφίμων και Καθηγητή Πανεπιστημίου, κο Αθανάσιο Τσαυτάρη, για
ορθό συντονισμό - υλοποίηση και προς το σκοπό αυτό να του κατατεθούν όλες οι
ανωτέρω προτάσεις.
Σας
ενημερώνουμε και για πρόσφατες (Ιούλιος, 2013) ορθές ενέργειες της όμορης
Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, προς όφελος των αγροτών της, όπου ήδη έχουν εδώ
και δεκατίες, αναγνώριση ΠΟΠ, για την εκεί παραγόμενη Κορινθιακή σταφίδα:
Εν
αναμονή των ενεργειών σας.
Λάμπρος
Μπούκλης
Περιφερειακός
Σύμβουλος
Γραμματέας
Περιφερειακού Συμβουλίου Πελοποννήσου
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ:
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Το
αρμόδιο Υπουργείο στις 16.07.2013 γραπτώς αναφέρει:
Η
καλλιέργεια ξηρής σταφίδας στην Ελλάδα αφορά δύο τύπους:
την Κορινθιακή (μαύρη σταφίδα) και τη Σουλτανίνα (ξανθιά σταφίδα).
Η καλλιέργεια της Κορινθιακής εντοπίζεται στις περιοχές της Βόρειας και Δυτικής Πελοποννήσου, καθώς και στη Ζάκυνθο, ενώ η καλλιέργεια της Σουλτανίνας εντοπίζεται κυρίως στην Κρήτη και στην Κορινθία.
Σύμφωνα με στοιχεία της βάσης δεδομένων του ΟΠΕΚΕΠΕ, η έκταση που αναλογεί στην καλλιέργεια σταφίδας φθάνει τα 149.000 στρέμματα στη κορινθιακή και τα 120.000 στρέμματα στη σουλτανίνα, ήτοι η συνολική έκταση αγγίζει τα 269.000 στρέμματα, ο δε αριθμός των σταφιδοπαραγωγών υπολογίζεται ότι κυμαίνεται περίπου σε 35.000.
την Κορινθιακή (μαύρη σταφίδα) και τη Σουλτανίνα (ξανθιά σταφίδα).
Η καλλιέργεια της Κορινθιακής εντοπίζεται στις περιοχές της Βόρειας και Δυτικής Πελοποννήσου, καθώς και στη Ζάκυνθο, ενώ η καλλιέργεια της Σουλτανίνας εντοπίζεται κυρίως στην Κρήτη και στην Κορινθία.
Σύμφωνα με στοιχεία της βάσης δεδομένων του ΟΠΕΚΕΠΕ, η έκταση που αναλογεί στην καλλιέργεια σταφίδας φθάνει τα 149.000 στρέμματα στη κορινθιακή και τα 120.000 στρέμματα στη σουλτανίνα, ήτοι η συνολική έκταση αγγίζει τα 269.000 στρέμματα, ο δε αριθμός των σταφιδοπαραγωγών υπολογίζεται ότι κυμαίνεται περίπου σε 35.000.
Η Κορινθιακή σταφίδα,
καλλιεργείται στον ελλαδικό χώρο από τους Ομηρικούς χρόνους ενώ γραπτές
αναφορές για το εμπόριό της απάρχουν από τον 12ο αιώνα. Στα τέλη του 19ου αιώνα
οι εξαγωγές σταφίδας αποτελούσαν έως και το 75% του συνόλου των ελληνικών
εξαγωγών, γεγονός που συνέβαλε τις παραμονές των Βαλκανικών πολέμων, στην
ανασυγκρότηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, στη δημιουργία των πρώτων
βιομηχανικών πυρήνων καθώς και στον αστικό μετασχηματισμό της ελληνικής
κοινωνίας την ίδια περίοδο. Θεωρείται παγκοσμίως μοναδικό προϊόν, δεδομένου
ότι στην Ελλάδα παράγεται άνω του 80%, είναι δε ποικιλία διπλής χρήσης, δηλαδή μπορεί να αποξηραθεί ή να οδηγηθεί στην οινοποίηση.
Η Σουλτανίνα καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτη από το 1922 και ως καλλιεργούμενη ποικιλία είναι τριπλής χρήσης, δηλαδή μπορεί να διατεθεί ως νωπό προϊόν (επιτραπέζιο σταφύλι), να αποξηραθεί ή/και να οδηγηθεί στην οινοποίηση. Κατάγεται από την περιφέρεια Σουλτάνε του Ιράκ, από όπου πήρε και το όνομά της. Από εκεί μεταφέρθηκε αρχικά στη Μ.Ασία, από όπου η καλλιέργειά της μεταδόθηκε και στις άλλες χώρες. Η ουσιαστική επέκτασή της καλλιέργειας στην Ελλάδα άρχισε μετά τον διωγμό του ελληνικού στοιχείου της Ιωνίας (1912-24), οπότε κατέφυγαν στην Ελλάδα πολλοί έμποροι και καλλιεργητές Σουλτανίνας, ενώ νέα ώθηση δόθηκε το 1923 με την σύμβαση της Λοζάννης και την ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας Τουρκίας. Κατά την περίοδο αυτή η καλλιέργεια της Σουλτανίνας αναπτύχθηκε ραγδαία στην Κρήτη και ιδιαίτερα στον Ν. Ηρακλείου, όπου εγκαταστάθηκε μεγάλος αριθμός προσφύγων. Στη συνέχεια αναπτύχθηκε και στην Κορινθία όπου βρήκε κατάλληλες συνθήκες κλίματος και εδάφους και τέλος επεκτάθηκε σε άλλες περιοχές της χώρας.
Οι νομοί με την πιο σημαντική καλλιέργεια σταφίδας, σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορικής περιόδου 2010, έχουν ως ακολούθως:
Η Σουλτανίνα καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτη από το 1922 και ως καλλιεργούμενη ποικιλία είναι τριπλής χρήσης, δηλαδή μπορεί να διατεθεί ως νωπό προϊόν (επιτραπέζιο σταφύλι), να αποξηραθεί ή/και να οδηγηθεί στην οινοποίηση. Κατάγεται από την περιφέρεια Σουλτάνε του Ιράκ, από όπου πήρε και το όνομά της. Από εκεί μεταφέρθηκε αρχικά στη Μ.Ασία, από όπου η καλλιέργειά της μεταδόθηκε και στις άλλες χώρες. Η ουσιαστική επέκτασή της καλλιέργειας στην Ελλάδα άρχισε μετά τον διωγμό του ελληνικού στοιχείου της Ιωνίας (1912-24), οπότε κατέφυγαν στην Ελλάδα πολλοί έμποροι και καλλιεργητές Σουλτανίνας, ενώ νέα ώθηση δόθηκε το 1923 με την σύμβαση της Λοζάννης και την ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας Τουρκίας. Κατά την περίοδο αυτή η καλλιέργεια της Σουλτανίνας αναπτύχθηκε ραγδαία στην Κρήτη και ιδιαίτερα στον Ν. Ηρακλείου, όπου εγκαταστάθηκε μεγάλος αριθμός προσφύγων. Στη συνέχεια αναπτύχθηκε και στην Κορινθία όπου βρήκε κατάλληλες συνθήκες κλίματος και εδάφους και τέλος επεκτάθηκε σε άλλες περιοχές της χώρας.
Οι νομοί με την πιο σημαντική καλλιέργεια σταφίδας, σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορικής περιόδου 2010, έχουν ως ακολούθως:
ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΣΤΑΦΙΔΑ
|
ΣΤΑΦΙΔΑ ΣΟΥΛΤΑΝΙΝΑ
|
||
Νομός
|
Καλλιεργηθείσα Έκταση (Στρ.)
|
Νομός
|
Καλλιεργηθείσα Έκταση (Στρ.)
|
Αχαϊας
|
44887
|
Ηρακλείου
|
115420
|
Κορινθίας
|
39178
|
Ρεθύμνου
|
3760
|
Μεσσηνίας
|
25161
|
||
Ηλείας
|
24896
|
||
Ζακύνθου
|
14397
|
||
ΣΥΝΟΛΟ
|
148519
|
ΣΥΝΟΛΟ
|
119180
|
Οι
παραγόμενες ποσότητες ξηρής σταφίδας την τελευταία 10-ετία είναι σταθερά
φθίνουσες και κυμάνθηκαν, για μεν την Κορινθιακή από 42.000 μέχρι 22.000
τόνους, για δε τη σουλτανίνα από 37.000 μέχρι 1.500 τόνους. Πιο έντονη
είναι η περίπτωση της σουλτανίνας όπου η παραγωγή από τους 70.000 τόνους
πριν από τρεις δεκαετίες, έχει περιοριστεί σε μία ποσότητα που αγγίζει
τους 1.500 τόνους περίπου. Στο ίδιο διάστημα η παραγωγή της Τουρκίας από 70.000
τόνους τετραπλασιάστηκε στους 300.000 τόνους. Εντούτοις τα τελευταία χρόνια
παρατηρήθηκε μια σημαντική αύξηση της τιμής παραγωγού που είχε ως
αποτέλεσμα μια σημαντική αναστροφή όσον αφορά τη μείωση της παραγόμενης
ποσότητας σταφίδων, λόγω της αναμπέλωσης, η οποία αναμένεται να γίνει
εντονότερη μετά από περίπου μία τετραετία όταν οι νέοι αμπελώνες θα έχουν μπει
στο στάδιο της παραγωγής. Η αύξηση της παραγωγής θα αρχίσει να γίνεται ορατή,
ειδικά στην Κορινθιακή, αρχικά από το 2013 και θα είναι διαρκώς αυξανόμενη από
το 2014.
Σύμφωνα με τα
στοιχεία της Διεύθυνσης Μεταποίησης, Τυποποίησης και Π.Ε. του Υπουργείου
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η διακύμανση της καλλιέργειας της κορινθιακής
σταφίδας και σουλτανίνας κατά τα τελευταία 9 χρόνια φαίνεται αναλυτικά στους
παρακάτω πίνακες:
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΚΤ. &
ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΟΡΙΑΝΘΙΑΚΗΣ ΣΤΑΦΙΔΑΣ
|
ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΕΚΤΑΣΗΣ & ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΟΥΛΤΑΝΙΝΑΣ
|
||||
Εμπορική
Περίοδος
|
Έκταση
(στρέμματα)
|
Παραγωγή
(τόνοι)
|
Εμπορική
Περίοδος
|
Έκταση
(στρέμματα)
|
Παραγωγή
(τόνοι)
|
1999-2000
|
175.986
|
38.074
|
1999-2000
|
176.952
|
28.028
|
2000-2001
|
170.120
|
39.450
|
2000-2001
|
162.123
|
37.624
|
2001-2002
|
166.780
|
35.628
|
2001-2002
|
161.218
|
36.490
|
2002-2003
|
163.764
|
23.935(*)
|
2002-2003
|
138.581
|
10.123
|
2003-2004
|
158.049
|
36.770
|
2003-2004
|
147.540
|
20.097
|
2004-2005
|
155.507
|
39.977
|
2004-2005
|
159.357
|
36.425
|
2005-2006
|
154.620
|
27.112
|
2005-2006
|
173.087
|
29.000
|
2006-2007
|
151.154
|
25.000
|
2006-2007
|
172.998
|
26.751
|
2010-2011
|
146.500
|
22.000
|
2010-2011
|
150.000
|
3.000
|
2011-2012
|
149.000
|
20.000
|
2011-2012
|
120.000
|
1.500
|
(*) Μεγάλη φυσική καταστροφή λόγω
εκτεταμένων βροχοπτώσεων κατά τη συγκομιδή
Σημείωση: Δεν υπάρχουν
στοιχεία για τις περιόδους 2007-2008, 2008-2009 και 2009-2010
H τιμή αγοράς της
ξηρής κορινθιακής σταφίδας από τους μεταποιητές κυμάνθηκε από 0,50 έως 1,25 €/κιλό
, ανάλογα με τη χρονιά, και διαμορφώθηκε στα 1,25 €/κιλό το 2011, ενώ την
τρέχουσα περίοδο(2012), σύμφωνα με ανακοινώσεις των φορέων μεταποίησης,
αναμένεται να φθάσει ή και να υπερβεί τα 1,45 €/κιλό. Η εν λόγω τάση
αύξησης της τιμής της κορινθιακής επηρεάζεται και από την ανοδική τάση των
τιμών για τις μαύρες σταφίδες που σημειώνεται στις ΗΠΑ, όπου φέτος η τιμή
παραγωγού για τη μαύρη σταφίδα, που είναι μεγαλύτερου μεγέθους από την
ελληνική, διαμορφώθηκε στα 1,9 δολάρια/κιλό. Αντίστοιχα, οι τιμές πώλησης
της σουλτανίνας από τους παραγωγούς στους μεταποιητές κυμάνθηκε από 0,40 μέχρι
1,2 €/κιλό τα προηγούμενα έτη. Για το 2012, σύμφωνα με δημοσιεύματα, η τιμή
αγοράς θα κυμανθεί, ανάλογα με το μέγεθος, από 1,30 μέχρι 1,70 €/κιλό.
Η ελληνική παραγόμενη σταφίδα (κορινθιακή και σουλτανίνα) ανταγωνίζεται σε μια παγκόσμια αγορά όπου διακινείται συνολική ποσότητα 1.050.000 τόνων περίπου, και στην οποία προσφέρονται 260.000-300.000 τόνοι σουλτανίνα παραγωγής Τουρκίας, περίπου 300.000 – 350.000 τόνοι αποξηραμένων σταφυλιών παραγωγής της Καλιφόρνιας (ΗΠΑ), περίπου 200.000 τόνοι σταφίδας διαφόρων τύπων από την Κίνα, 4.000 -7.000 τόνοι μαύρη σταφίδα (currants) από ΗΠΑ και Αυστραλία, καθώς και ποσότητες που παράγονται στο Ιράν, Αφγανιστάν, Ουζμπεκιστάν, Νότιο Αφρική, Αυστραλία, Χιλή, κλπ. Μεγάλο μέρος από τις παραπάνω ποσότητες (όπως π.χ. αυτές της Κίνας) καταναλώνονται στις εσωτερικές αγορές των προαναφερθέντων χωρών.
Στην ΕΕ καταναλώνονται ετησίως περίπου 250.000-280.000 τόνοι σταφίδας (Κορινθιακή και Σουλτανίνα) και αποτελεί τον κύριο αποδέκτη των ελληνικών σταφίδων (κυρίως της Κορινθιακής). Η συνολική ζήτηση της ΕΕ καλύπτεται με εισαγωγές από Τρίτες Χώρες, κυρίως από Τουρκία, ΗΠΑ, Ιράν, Ν. Αφρική και Χιλή. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της κορινθιακής σταφίδας διακινείται κυρίως στη Μ.Βρετανία, όπου χρησιμοποιείται στην παρασκευή μπισκότων και κέικ και άλλων προϊόντων ζαχαροπλαστικής .
Επίσης ένα σημαντικό ποσοστό της διακινούμενης ή/και εξαγόμενης ελληνικής σταφίδας αφορά το προϊόν «ready-to-use» (προϊόν έτοιμο για χρήση από τον καταναλωτή ή τη βιομηχανία τροφίμων), σε συσκευασίες των 12,5 Kg ή των 14 Kg. Μικρότερες ποσότητες των τελικών προϊόντων που αφορά τη λιανική αγορά, διακινείται σε μικρές συσκευασίες (χάρτινη ή πλαστική) (50-1000 γραμ.).
Ο χρόνος πραγματοποίησης του μεγαλύτερου μέρους των ελληνικών εξαγωγών και επίτευξης της καλύτερης τιμής στις διεθνείς αγορές, είναι η περίοδος από τον Σεπτέμβριο μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου (για την προετοιμασία των Χριστουγεννιάτικων cakes) και μέχρι το Πάσχα, οπότε βγαίνουν στην αγορά οι σταφίδες του νοτίου ημισφαιρίου.
Η ελληνική παραγόμενη σταφίδα (κορινθιακή και σουλτανίνα) ανταγωνίζεται σε μια παγκόσμια αγορά όπου διακινείται συνολική ποσότητα 1.050.000 τόνων περίπου, και στην οποία προσφέρονται 260.000-300.000 τόνοι σουλτανίνα παραγωγής Τουρκίας, περίπου 300.000 – 350.000 τόνοι αποξηραμένων σταφυλιών παραγωγής της Καλιφόρνιας (ΗΠΑ), περίπου 200.000 τόνοι σταφίδας διαφόρων τύπων από την Κίνα, 4.000 -7.000 τόνοι μαύρη σταφίδα (currants) από ΗΠΑ και Αυστραλία, καθώς και ποσότητες που παράγονται στο Ιράν, Αφγανιστάν, Ουζμπεκιστάν, Νότιο Αφρική, Αυστραλία, Χιλή, κλπ. Μεγάλο μέρος από τις παραπάνω ποσότητες (όπως π.χ. αυτές της Κίνας) καταναλώνονται στις εσωτερικές αγορές των προαναφερθέντων χωρών.
Στην ΕΕ καταναλώνονται ετησίως περίπου 250.000-280.000 τόνοι σταφίδας (Κορινθιακή και Σουλτανίνα) και αποτελεί τον κύριο αποδέκτη των ελληνικών σταφίδων (κυρίως της Κορινθιακής). Η συνολική ζήτηση της ΕΕ καλύπτεται με εισαγωγές από Τρίτες Χώρες, κυρίως από Τουρκία, ΗΠΑ, Ιράν, Ν. Αφρική και Χιλή. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της κορινθιακής σταφίδας διακινείται κυρίως στη Μ.Βρετανία, όπου χρησιμοποιείται στην παρασκευή μπισκότων και κέικ και άλλων προϊόντων ζαχαροπλαστικής .
Επίσης ένα σημαντικό ποσοστό της διακινούμενης ή/και εξαγόμενης ελληνικής σταφίδας αφορά το προϊόν «ready-to-use» (προϊόν έτοιμο για χρήση από τον καταναλωτή ή τη βιομηχανία τροφίμων), σε συσκευασίες των 12,5 Kg ή των 14 Kg. Μικρότερες ποσότητες των τελικών προϊόντων που αφορά τη λιανική αγορά, διακινείται σε μικρές συσκευασίες (χάρτινη ή πλαστική) (50-1000 γραμ.).
Ο χρόνος πραγματοποίησης του μεγαλύτερου μέρους των ελληνικών εξαγωγών και επίτευξης της καλύτερης τιμής στις διεθνείς αγορές, είναι η περίοδος από τον Σεπτέμβριο μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου (για την προετοιμασία των Χριστουγεννιάτικων cakes) και μέχρι το Πάσχα, οπότε βγαίνουν στην αγορά οι σταφίδες του νοτίου ημισφαιρίου.
Ο
τομέας της μεταποίησης ξηρής σταφίδας ενισχύεται στο πλαίσιο του προγράμματος Αγροτικής
Ανάπτυξης 2007-2013 «Αλέξανδρος
Μπαλτατζής», Άξονας 1 «διατήρηση και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της
γεωργίας, της δασοκομίας και του αγροδιατροφικού τομέα», Μέτρο 123 «προστιθέμενη
αξίας των γεωργικών και δασοκομικών προϊόντων» τομέας 9 «Οπωροκηπευτικά» Τμήμα
II για τη δράση 9.12 που αφορά επενδύσεις στη μεταποίηση σύκων-σταφίδων.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου