Νέο μυκηναϊκό παλάτι έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, στη
Σπάρτη Λακωνίας. Οι έρευνες πραγματοποιούνται από το 2009. Τι αναφέρει
το υπ. Πολιτισμού. Δείτε φωτογραφίες από τη σπουδαία ανακάλυψη, όπως μεταδίδουν τα τοπικά μέσα ενημέρωσης (Pics)
Ένα νέο μυκηναϊκό ανάκτορο φέρνουν στο φως στην πεδιάδα της
Σπάρτης οι αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποιούνται από το 2009 στο
λόφο του Αγίου Βασιλείου, κοντά στο χωριό Ξηροκάμπι Λακωνίας. Κατά την
ανασκαφική έρευνα ανευρέθησαν επίσης πολλές πινακίδες Γραμμικής Β’
Γραφής, της πρώτης δηλαδή καταγραφής της ελληνικής γλώσσας.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση του το υπουργείου Πολιτισμού, οι γραπτές αυτές μαρτυρίες συνιστούν το πολυτιμότερο εύρημα της ανασκαφής, που καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό καθώς εντάσσεται στη σφαίρα της πρωτοϊστορίας για τον ελληνικό χώρο, όπου τα γραπτά τεκμήρια είναι ελάχιστα.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση του το υπουργείου Πολιτισμού, οι γραπτές αυτές μαρτυρίες συνιστούν το πολυτιμότερο εύρημα της ανασκαφής, που καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό καθώς εντάσσεται στη σφαίρα της πρωτοϊστορίας για τον ελληνικό χώρο, όπου τα γραπτά τεκμήρια είναι ελάχιστα.
Αυτά περιείχαν πολλά χαρακτηριστικά λατρευτικά αντικείμενα και σκεύη, όπως πήλινα ειδώλια βοοειδών και ελεφαντοστέινο ειδώλιο ανδρικής μορφής που κρατάει νεαρό μοσχαράκι ή ταύρο, μεγάλο πήλινο ρυτό σε σχήμα κεφαλής ταύρου, λίθινη πρόχους με διπλό χείλος, δύο μεγάλοι τρίτωνες κ.α. Εκτός αυτών βρέθηκαν πολλά μικρά διακοσμητικά αντικείμενα καθώς και σφραγιδόλιθοι, αιγυπτιακοί σκαραβαίοι, κ.α.
Σε ένα δωμάτιο φυλάσσονταν, πιθανόν τακτοποιημένα σε κιβώτιο από οργανικό υλικό, εικοσιένα χάλκινα ξίφη, ενώ κάτω από το δάπεδο ενός άλλου, βρέθηκε πυκνό στρώμα από οστά ζώων, αγγεία και πολύτιμα μικροαντικείμενα.
Με το στρώμα αυτό είναι πιθανό να σχετίζονται τα υπολείμματα πυρών που εντοπίστηκαν σε ανοικτό χώρο ανατολικά του κτηρίου.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, «η ανακτορική εγκατάσταση του Αγ. Βασιλείου μας παρέχει μια μοναδική δυνατότητα να διερευνήσουμε με τη χρήση των σύγχρονων μεθόδων ανασκαφής και ανάλυσης τη δημιουργία και εξέλιξη ενός μυκηναϊκού ανακτορικού κέντρου με στόχο την ανασύνθεση της πολιτικής, διοικητικής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης της περιοχής. Παράλληλα εκτιμάται ότι θα προκύψουν νέα στοιχεία σχετικά με τη μυκηναϊκή θρησκεία και ζητήματα γλωσσολογίας και παλαιογραφίας».
Το χώρο της ανασκαφής επισκέφθηκε την περασμένη Παρασκευή η αν. Γενική Γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού κυρία Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, καθώς και μια δεύτερη σημαντική ανασκαφή που διεξάγεται στην ευρύτερη περιοχή της Σπάρτης: αυτή του Ιερού του Αμυκλαίου Απόλλωνα στο λόφο Αγίας Κυριακής στις Αμύκλες Λακωνίας.
Η ανασκαφή του Ιερού του Αμυκλαίου Απόλλωνα που διεξάγεται υπό τη διεύθυνση του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. ‘Αγγελου Δεληβορριά, του κ. Σταύρου Βλίζου από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, και την εποπτεία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λακωνίας, φέρνει στο φως ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά ιερά με έναρξη ζωής στα γεωμετρικά χρόνια. Η ερευνητική ομάδα διαφωτίζει αργά αλλά με επιμονή και υπομονή το θέμα του ναού (Θρόνου) του Απόλλωνα, που έχει απασχολήσει πολλούς επιστήμονες μέχρι σήμερα. Η έρευνα πραγματοποιείται κάτω από δυσχερείς συνθήκες, διότι το Ιερό έχει υποστεί εκτεταμένη καταστροφή κατά το παρελθόν.
Το σημαντικό αυτό εύρημα έρχεται να συμπληρώσει τα περισσότερο από ενθαρρυντικά πορίσματα των έως τώρα εργασιών. Σύμφωνα με τα πεπραγμένα της περιόδου 2009-2013, ολόκληρη η επιφάνεια του λόφου της Αγ. Κυριακής που σχετίζεται με τη λειτουργία και τα μνημεία του ιερού ερευνήθηκε διεξοδικά. Με τις έρευνες αυτές εντοπίστηκαν στην κορυφή του λόφου λείψανα του πρωτοελλαδικού-μεσοελλαδικού οικισμού και προσδιορίστηκε η πρώτη μνημειακή φάση του ιερού στα υστερογεωμετρικά χρόνια με την αποκάλυψη του παλαιότερου περιβόλου.
Ταυτόχρονα, όμως, άλλαξαν τα δεδομένα της έρευνας που είχαν γίνει αποδεκτά έως την έναρξη των πρόσφατων εργασιών: Ο εντοπισμός της τάφρου θεμελίωσης του ναού, του λεγόμενου θρόνου του Απόλλωνα, δημιουργεί νέα δεδομένα σχετικά με τις διαστάσεις του οικοδομήματος, ενώ την εικόνα του αρχαϊκού ιερού συμπληρώνει βορειοδυτικά ένα μνημειακό πρόπυλο.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, σε δύσκολες μέρες, οι Έλληνες αρχαιολόγοι καταφέρνουν να παράγουν εξαιρετικά επιστημονικά αποτελέσματα και να συμβάλλουν στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Ειδικότερα, για το 2015 ξεπερνούν τις 150 οι συστηματικές ανασκαφές και επιφανειακές, γεωαρχαιολογικές και γεωφυσικές διεπιστημονικές έρευνες που διεξάγονται σε όλη την επικράτεια από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, Ελληνικά Ιδρύματα με εξειδίκευση στον τομέα της αρχαιολογικής και παλαιοντολογικής έρευνας και Ξένες Αρχαιολογικές Σχολές, πάντα με την εξασφάλιση των απαραίτητων κατά νόμο εγκρίσεων.
«Ο μεγάλος αριθμός των συστηματικών ερευνών στον τομέα της αρχαιολογίας που πραγματοποιούνται κατ’ έτος, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες, καταδεικνύει τη σημασία του αρχαιολογικού πλούτου και της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας και τη σπουδαιότητά της παγκοσμίως. Η ηθική και υλική συμπαράσταση στο έργο των ερευνητών αποτελεί βασικό μέλημα του υπουργείου Πολιτισμού» καταλήγει η ανακοίνωση.
Λακωνία«Στο φως και άλλες πινακίδες Γραμμικής Β΄»
«Πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές συστηματικές έρευνες που διεξάγονται σήμερα, από την οποία περιμένουμε πολλά στοιχεία για τη μυκηναϊκή Ελλάδα, τόσο ως προς τα ανάκτορα και τη διαμόρφωσή τους όσο, κατά κύριο λόγο, σε σχέση με την αύξηση της πληροφορίας για την πρωτοϊστορία στον ελληνικό χώρο». Με αυτά τα λόγια η αναπληρώτρια γγ του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Ανδρεαδάκη – Βλαζάκη, παρουσίαζε τον Ιούνιο στα μέλη του ΚΑΣ το αίτημα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας για τη συνέχιση των ανασκαφών στον Αγιο Βασίλειο Ξηροκαμπίου Λακωνίας, που πραγματοποιούνται υπό την αιγίδα της Εταιρείας, τη διεύθυνση της επίτιμης εφόρου αρχαιοτήτων, Αδαμαντίας Βασιλογάμβρου και με τη συμμετοχή πολυάριθμης διεπιστημονικής ομάδας.
Χτες, η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού επιβεβαίωνε τη σημασία των ερευνών: Πρόκειται για μία «από τις πιο σπουδαίες συστηματικές ανασκαφές στον τομέα της ελληνικής πρωτοϊστορίας», ανακοίνωνε το ΥΠΠΟ, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων «το πολυτιμότερο εύρημα της ανασκαφής», δηλαδή τις πήλινες πινακίδες Γραμμικής Β΄ γραφής (της πρώτης καταγραφής της ελληνικής γλώσσας), τις οποίες διέσωσε προϊστορική πυρκαγιά.
«Φέτος συνεχίστηκε η έρευνα του αρχείου η οποία έφερε στο φως και άλλες πινακίδες», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Βασιλογάμβρου. Ένα αρχείο που, σύμφωνα και με το υπουργείο, περιλαμβάνει πινακίδες όλων των γνωστών από τα άλλα ανακτορικά κέντρα τύπων, καθώς και ετικέτες και πήλινα σφραγίσματα, ενώ στα κείμενα αναφέρονται παροχές αγαθών σε ιερό ή ιερά, ανδρικά και γυναικεία ονόματα, τοπωνύμια και ο τίτλος άναξ (βασιλιάς) στη γενική πτώση (άνακτος).
«Οι πινακίδες διαβάζονται αλλά είναι αποσπασματικές. Κάνουμε μια πρώτη μεταγραφή και μελέτη σε όσες σώζουν πληρέστερα κείμενα. Δεδομένου ότι η έρευνα στο χώρο του αρχείου βρίσκεται σε αρχικό στάδιο (προχωρεί πολύ αργά λόγω της φύσης του αρχαιολογικού στρώματος), είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα βρεθούν περισσότερες και πολύ πιθανό να συμπληρωθούν κάποιες που ήδη έχουμε. Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον και σημαντικό στοιχείο είναι ότι στο χώρο που έχουμε μέχρι τώρα ανασκάψει στον Αγιο Βασίλειο η κύρια αρχιτεκτονική φάση ανήκει στον πρώτο ανακτορικό αιώνα, τον 14 αι. π.Χ., στον οποίο χρονολογείται και το αρχείο, είναι δηλαδή παλαιότερο από της Πύλου, κατά τουλάχιστον ένα αιώνα», συμπλήρωσε.
Τείχη μέχρι στιγμής δεν έχουν βρεθεί. «Είναι πιθανό να μην υπήρχαν», αναφέρει η ίδια, ενώ σε ερώτηση για τις ομοιότητες και διαφορές του Αγίου Βασιλείου με άλλα ανακτορικά κέντρα απάντησε ότι πρόκειται για «ένα κρίσιμο ερώτημα, το οποίο δεν μπορεί να απαντηθεί οριστικά και με λίγες λέξεις. Οπωσδήποτε υπάρχουν διαφορές και ομοιότητες, στο βαθμό που τις έχουμε διαγνώσει στην παρούσα φάση της ανασκαφής, αλλά κάθε απάντηση που έχουμε, ή νομίζουμε ότι έχουμε, θέτει και νέα ερωτήματα», τονίζει.
Και τα θραύσματα τοιχογραφιών; «Μέχρι στιγμής, δεν έχουν βρεθεί τοιχογραφίες σε σχέση με τοίχους αλλά σε χώρους απόρριψης υλικών και στην επίχωση ενός κτιρίου. Έχει βρεθεί μεγάλη ποσότητα θραυσμάτων που φέρουν χαρακτηριστικά μοτίβα, όπως σπείρες, ρόδακες, οδοντωτό, το βραχώδες, αλλά και μερικά με αποσπασματικές μορφές ανθρώπων και ζώων και φανταστικών πλασμάτων, όπως ο φτερωτός γρύπας. Έχει γίνει μια προκαταρκτική μελέτη, ενώ η συστηματική θα αποτελέσει αντικείμενο ειδικού ερευνητικού προγράμματος», εξηγεί.
Όσο για τα τελικά συμπεράσματα, «θα αργήσουν να δοθούν», σημειώνει. «Η φύση της ανασκαφής είναι τέτοια που χρειάζεται πολύ χρόνο. Είναι προϊστορική ανασκαφή, πάμε πολύ προσεκτικά, κοσκινίζουμε και πλένουμε το χώμα για να πάρουμε όλες τις πληροφορίες. Απαντάμε σύμφωνα με ό,τι έχουμε μέχρι στιγμής στα χέρια μας. Βέβαια αυτό φέρνει στην επιφάνεια άλλες απορίες κι έτσι προχωρούμε», καταλήγει.