Ἕνας ἄντρας ἔκανε τὴ συνηθισμένη τοῦ βόλτα περπατώντας στοὺς
δρόμους τῆς Ἀθήνας λέγοντας τὴν προσευχή του. Ξαφνικὰ λέει δυνατά:...
- Θεέ μου σὲ παρακαλῶ, ἄσε μὲ νὰ σοὺ κάνω μία εὐχή!
Καὶ τότε μονομιᾶς, οἱ οὐρανοὶ
σκοτεινιάζουν, σύννεφα ἁπλώνονται ἀπὸ πάνω του καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ
τὸ ὑπερπέραν ἀκούγεται νὰ λέει:
- Ἐπειδὴ ἀνέκαθεν προσπαθοῦσες καὶ ἤσουν πιστὸς σὲ Ἐμένα μὲ κάθε
τρόπο, θὰ σοὺ δώσω τὴν εὐκαιρία νὰ κάνεις τὴν εὐχή σου.
Κι ὁ τύπος λέει:
-
Θέλω νὰ φτιάξεις μία γέφυρα μέχρι τηνΑντίπαρο, ἔτσι ὥστε νὰ πηγαίνω μὲ τὸ ἁμάξι
μου ὅποια ὥρα θελήσω.
Ὁ Κύριος του ἀπαντάει:
- Τὸ αἴτημά σου εἶναι καθαρὰ τεχνοκρατικό. Φαντάσου τὶς δαπάνες ἑνὸς
τέτοιου ἐγχειρήματος. Τὰ χιλιάδες στηρίγματα ποὺ θὰ χρειάζονταν καὶ θὰ ἔφταναν
τὰ βάθη τοῦ Αἰγαίου! Τὸ τσιμέντο καὶ τὸ ἀτσάλι ποὺ θὰ χρειαζόταν!
Μπορῶ νὰ τὸ κάνω ἀλλά μου εἶναι δύσκολο νὰ ἐκπληρώσω τὴν ἐπιθυμία
σου γιὰ ἕνα ζήτημα τόσο πεζό. Μπορεῖς νὰ σκεφτεῖς κάτι ἄλλο; Μία εὐχὴ ποὺ
θὰ μὲ τιμοῦσε καὶ θὰ μὲ δόξαζε.
Ὁ ἄντρας σκεφτόταν γιὰ
πολύ, πολὺ ὥρα.
Τελικὰ λέει:
- Θεέ μου, εὔχομαι νὰ μποροῦσα νὰ καταλάβω τὶς γυναῖκες. Θέλω νὰ ξέρω
πῶς νοιώθουν μέσα τους, τί ἔχουν στὸ μυαλὸ τοὺς ὅταν δὲ μιλοῦν, γιατί
κλαῖνε, τί ἐννοοῦν ὅταν λένε 'ὄχι' καὶ πῶς μπορῶ νὰ κάνω μία γυναῖκα
ἀληθινὰ εὐτυχισμένη.
Μετὰ ἀπὸ λίγα λεπτὰ
σκέψης ὁ Θεὸς τοῦ λέει:
- Θέλεις δύο λωρίδες ἢ τέσσερις σὲ ἐκείνη τὴ γέφυρα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου