Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

- Η λίμνη Βουλιαγμένη και το Ηραίο στην Περαχώρα

 
Η λίμνη Βουλιαγμένη ή Ηραίου (στο Στερεο-ελλαδικό τμήμα της Κορινθίας), -περικλείεται από τις τελευταίες υπώρειες των Γερανείων ορέων, στη βόρεια και δυτική πλευρά της-, είναι μια σχεδόν κλειστή λίμνη με θαλασσινό νερό, καθώς επικοινωνεί με τον Κορινθιακό κόλπο, μόνο με ένα στενό, μικρό σε μήκος και ρηχό δίαυλο που διανοίχθηκε περίπου στα τέλη του 19ου αιώνα. Στο δίαυλο αυτό παρατηρούνται –και όχι στη λίμνη, έντονα παλιρροϊκά φαινόμενα.
 
Η λίμνη της Βουλιαγμένης, έχει κηρυχτεί, με υπουργική απόφαση, το 1992,  ως περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, καθώς αποτελεί ιδιαίτερο γεωφυσικό φαινόμενο και τοπίο εξαιρετικού φυσικού κάλλους.  

Η λίμνη και η γύρω περιοχή έχει πολυάριθμα αρχαιολογικά ευρήματα από τη νεολιθική, κλασσική μέχρι και τη ρωμαϊκή περίοδο, αλλά και παλαιοντολογικό, γεωμορφολογικό, παλαιογεωγραφικό, ζωογεωγραφικό και οικολογικό ενδιαφέρον με αντίστοιχα ευρήματα. Εξάλλου, η λίμνη έχει ένα ιδιότυπο λιμνολογικό καθεστώς, που δεν τις επέτρεψε να αξιοποιηθεί ιχθυοτροφικά, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του αρμόδιου Υπουργείο, αγνοώντας ή μη γνωρίζοντας αυτή την ιδιομορφία.
Εικάζεται ότι η σημερινή λίμνη είναι το υπόλειμμα ενός θαλάσσιου βυθίσματος-τάφρου  που προϋπήρχε στην περιοχή όταν η στάθμη της θάλασσας, σε γεωλογικούς χρόνους, είχε κατακλύσει την ευρύτερη περιοχή. ............(Πατήστε κλικ ΕΔΩ)
Μια άλλη εκδοχή, αναφέρει ότι η λίμνη σχηματίστηκε από λεβητοειδείς κατακρημνίσεις πολυάριθμων υπόγειων σπηλαίων της περιοχής. Κατά την άποψή μας, η πρώτη εκδοχή είναι ισχυρότερη, όπως μαρτυρούν και τα παλαιοντολογικά ευρήματα θαλάσσιας πανίδας και χλωρίδας, μέσα, έξω και στην ευρύτερη περιοχή της λίμνης σε μεγαλύτερα υψόμετρα, μέχρι και τα 100 μέτρα. 
Η λίμνη έχει επίμηκες ωοειδές σχήμα, επιφάνεια περίπου 1.5 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το μεγαλύτερο μήκος της στην κατεύθυνση Ανατολή-Δύση είναι περίπου 1880 μέτρα, το μεγαλύτερο πλάτος της 930 μέτρα, ενώ το μεγαλύτερο βάθος της φτάνει τα 49 μέτρα, και βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο της λίμνης. Η θερμοκρασία των νερών της στα βαθύτερα σημεία είναι περίπου σταθερή όλο το χρόνο (10-14οC), οι επιφανειακές θερμοκρασίες ποικίλουν από 14oC το χειμώνα μέχρι και  30oC το καλοκαίρι, ενώ η θερμική και αλατούχα στρωμάτωση των νερών της (11 μέχρι 18 μέτρα) ξεκινά από νωρίς την άνοιξη μέχρι νωρίς το φθινόπωρο. Ωστόσο, εκείνο που θα πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι οι αβιοτικοί παράγοντες της λίμνης ποικίλουν από περίοδο σε περίοδο και επομένως αυτή η ιδιαιτερότητα έχει άμεση επίπτωση στους ζωντανούς οργανισμούς της λίμνης.  
Κατά καιρούς, επιδιώχθηκε η ιχθυοτροφική και αλιευτική αξιοποίηση της λίμνης (π.χ. στρειδοκαλλιέργεια), αλλά οι προσπάθειες τελικά απέτυχαν εξαιτίας του ιδιότυπου λιμνολογικού της χαρακτήρα (μερομικτικός έως πολυμικτικός). Παρόμοιο υδρολογικό και λιμνολογικό καθεστώς έχουν στην Ελλάδα η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού και η λίμνη Μουστός, στο Άστρος Κυνουρίας.  Ειδικότερα, επειδή η λίμνη Βουλιαγμένη βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τη θάλασσα, αλλά και επειδή το βάθος της είναι σχετικά μεγάλο (49 μέτρα), δημιουργείται έντονη θερμική και αλατούχα στρωμάτωση στα νερά της, όταν οι συνθήκες του περιβάλλοντος το επιτρέπουν (νηνεμία, υψηλές θερμοκρασίες, ξαφνική βροχόπτωση). Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται σχετικά συχνά ανοξικές συνθήκες (έλλειψη και απουσία οξυγόνου) στο βυθό και τα βαθύτερα στρώματα του νερού της. Έτσι, η παραγωγή υδροθείου (αναγωγή των θειϊκών αλάτων του θαλασσινού νερού) είναι δεδομένη. Ωστόσο, όταν αυτό το τοξικό αέριο, με τη διάσπαση της στρωμάτωσης των νερών –εξαιτίας έντονων καιρικών φαινομένων- φτάσει στα ρηχότερα τμήματα της λίμνης, θανατώνεται την εκεί πανίδα και χλωρίδα της.  Σε αρκετές περιοχές στα ρηχά της λίμνης, φαίνεται αυτό το αποτέλεσμα με την εκατόμβη των κελυφών από στρείδια, μύδια και άλλα μαλάκια (ελασματοβράγχια και γαστερόποδα) που εκβράζονται στην παραλία. Τα κελύφη αυτά μαρτυρούν τη μαζική θανάτωση αυτών των ζώων που συμβαίνει, όταν οι υδρολογικές και λιμνολογικές συνθήκες το επιτρέπουν και εξαιτίας του υδρόθειου. Εξάλλου, τότε ο βυθός της λίμνης καλύπτεται από μία λευκή έως υπόλευκη σκόνη (νέκρωση-κάψιμο της μικρο και μακροχλωρίδας της από τη δράση της τοξικότητας του υδρόθειου). Κατά μία άλλη εκδοχή η ύπαρξη των τεράστιων αριθμών κελυφών από δίθυρα –κυρίως τα είδη Mytilaster marioni, Parvicardium exiguum και το γαστερόποδο Ventrosia ventrosa -που εκβράζονται στην παραλία της λίμνης και τα οποία δεν υπάρχουν σήμερα ζωντανά στη λίμνη, προκλήθηκε όταν  η λίμνη ενώθηκε με τον Κορινθιακό κόλπο, πριν από ένα αιώνα περίπου, και δέχθηκε θαλασσινά νερά  που νέκρωσα αυτά τα μαλάκια.
Σημειώνεται ότι πρόσφατη έρευνα για τα μαλάκια του πυθμένα της λίμνης διαπίστωσε την παρουσία μιας αφθονότατης βενθικής πανίδας που περιλαμβάνει 110 είδη γαστεροπόδων, 90 δίθυρα μαλάκια, 4 πολυπλακοφόρα και 3 είδη σκαφοπόδων. Επίσης, σημειώνεται ότι  η χλωρίδα γύρω από τη λίμνη είναι η τυπική Μεσογειακή κυρίως με μικρές συστάδες από πεύκα (Pinus halepensis), και εκτεταμένες εκτάσεις με πουρνάρια (Quercus coccifera) και σχίνα (Pistacia 1entiscus).
Η λίμνη στην αρχαιότητα, ονομαζόταν ‘’Εσχατιώτις’’ και ‘’ Γοργώπις’’ -από τη Γόργη, κόρη του Μεγαρέως και σύζυγο του Κορίνθου, που συντετριμμένη από την είδηση του θανάτου των παιδιών της έπεσε στη λίμνη και πνίγηκε. Η ευρύτερη περιοχή κατά τους αρχαιολόγους ανήκε στα Μέγαρα, όμως κατά τη διάρκεια του 8ου αιώνα  π.Χ., (750-725 π.Χ.) καταλήφθηκε από τους Κορινθίους, οι οποίοι κατ’αυτόν τον τρόπο ήλεγχαν ολόκληρο τον Κορινθιακό κόλπο.
Στην περιοχή της λίμνης που κατοικείται τουλάχιστον από το 3.000 π.Χ., ανακαλύφθηκαν οικισμοί της Πρωτοελλαδικής Ι και Πρωτοελλαδικής ΙΙ, περιόδου. Από την αρχαία αποικία των Μεγαρέων ‘’Αίγειρα’’, που βρισκόταν στα βόρεια της λίμνης, δεν έχει βρεθεί κανένα λείψανο. Αντίθετα, έχει ανακαλυφθεί ένας οικισμός, που χρονολογείται στην πρωτοελλαδική περίοδο, περίπου 30 μ. δυτικά του καναλιού από τη λίμνη στο θαλάσσιο χώρο. Ένας άλλος οικισμός, της δεύτερης πρωτοελλαδικής περιόδου, έχει έρθει στο φως στα βορειοδυτικά, και 300 μέτρα από τη λίμνη. Από διάσπαρτα ευρήματα της τρίτης και δεύτερης χιλιετίας π.Χ., συνάγεται ότι η περιοχή ήταν αραιά κατοικημένη από αγρότες και αλιείς.
Στην περιοχή βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος του Ηραίου, δίπλα σε έναν από τους παλαιότερους πέτρινους φάρους σε λειτουργία στο ακρωτήριο του Ηραίου ή Μελαγκάβι. Το Ηραίο ήταν αρχαίος οικισμός και ναός που ήταν αφιερωμένος στην ‘’Ακραία και Λιμενία’’ Ήρα. Οι αρχαιολόγοι, μέχρι πριν από μερικά  χρόνια, πίστευαν ότι  εκεί υπήρχαν δύο ιερά, αφιερωμένα στην Ήρα την Ακραία, στο άκρο της στεριάς προς τη θάλασσα και στην Ήρα τη Λιμενία ψηλότερα στην γειτονική κοιλάδα. Νεώτερες ανασκαφές έχουν οδηγήσει σήμερα τους ερευνητές στην άποψη ότι υπήρχε ένα μόνο ιερό. Εκεί, εκτός από τα τμήματα ναού αφιερωμένου στην Ακραία-Λιμενία Ήρα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το περίπλοκο υδραυλικό σύστημα, -με ορύγματα, σήραγγες και εντυπωσιακές υπόγειες καμαρωτές σκάλες-, η λειτουργία του οποίου δεν έχει γίνει ακόμη πλήρως κατανοητή. Επίσης, έχουν βρεθεί και ίχνη από τμήματα κατοικιών οι οποίες μαρτυρούν μια συνεχή παρουσία στην περιοχή από τους προϊστορικούς χρόνους έως τη Ρωμαϊκή εποχή.
Στο Ηραίο, ο πρώτος αψιδωτός ναός της Ήρας, οικοδομήθηκε γύρω στο 800 π.Χ. από τον οποίο σήμερα δεν σώζονται ίχνη. Κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. κτίστηκε ένας καινούργιος ναός της Ήρας λίγο δυτικότερα. Ανατολικότερα οικοδομήθηκε κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., μία διώροφη στοά σχήματος Γ, με δωρικούς κίονες στο ισόγειο και ιωνικούς στον πρώτο όροφο. Ένα κτίριο που αποκαλύφθηκε στα δυτικά του δωρικού ναού, έχει ερμηνευθεί ως αγορά με θρησκευτική και εμπορική χρήση. Σε απόσταση 200μ. ανασκάφτηκε το δεύτερο τμήμα του ιερού, που είχε αρχικά ταυτιστεί με το λεγόμενο ιερό της Λιμενίας Ήρας. Από τα μέχρι σήμερα ευρήματα, φαίνεται, ότι η βασική λατρεία ασκείτο στο νότιο τμήμα κοντά στο λιμάνι, ενώ μακρύτερα θα βρίσκονταν βοηθητικές εγκαταστάσεις για τους πιστούς του ιερού χώρου. Ανάμεσα στους δύο χώρους υπήρχε μία ‘’ιερή λιμνούλα’’. Αργότερα αυτή επιχώθηκε, και κατά τις ανασκαφές αποκαλύφθηκαν γύρω στις 200 χάλκινες φιάλες-ιερά τελετουργικά σκεύη. Επίσης, εκεί, ήλθε στο φως και μία υδατοδεξαμενή, με αψιδωτές τις στενές πλευρές της και με μία σειρά πεσσών στο κέντρο, για τη στήριξη της στέγης. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον υδροσυλλεκτικό έργο του 4ου αι. π.Χ. με άριστη στεγανότητα, έργο που έχει προκαλέσει μεγάλο ερευνητικό και επιστημονικό ενδιαφέρον για την αρτιότητά του.
Η λίμνη Βουλιαγμένη στην Περαχώρα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε πρότυπο ναυταθλητικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής, αλλά και να λυθεί το πρόβλημα του υδροθείου με εδικές τεχνικές παρεμβάσεις (π.χ. σιφωνισμός από το βαθύτερο τμήμα ης λίμνης, αερισμός και διάσπαση της στρωμάτωσης).(Πηγές: -Η.G.G., Payne (ed. T., Dunbabin), 1940. -Δ. Σπηλιοπούλου, http://www.arxaiologia.gr/assets/media/PDFofIssues/6249.pdf, -K.Gaki-Papanastasiou et al,. Annal.,Geophys., http://www.annalsofgeophysics.eu/index.php/annals/article/viewArticle/3994Η., -S. Katsanevakis, 2005 & 2007, Endang Species Res: Number  7 Mar.,Biol.1,. -S.Kershaw, Li Guo, 2001Mar.,Geol., http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0025322701002183,
-Vardala-Theodorou,E.,2003,http://md1.csa.com/partners/viewrecord.php?requester=gs&collection=ENV&recid=5882716&q=Lake+Vouliagmeni&uid=791112809&setcookie=yes, )

Δεν υπάρχουν σχόλια: